Ὁ μπουναμᾶς
Χαῖρε παμπόνηρη
μαϊμοῦ,
ἕλληνα τοῦ κώλου,
τῆς τράπεζας
εἰσπράκτορα
γελοῖε σκατοκράτορα.
Ἀπ’ τὸν ἱδρῶτα τὸν ἰδικόν
μου,
καὶ τ’ Ἅγιον τῆς
Ἑλλάδος χῶμα,
νὰ μὴν χαρῇς ποτὲς τ’ ἀργύρια,
καὶ ἄταφον νὰ εἶσαι
πτῶμα.
Σὰν θὲς παρὰ ἤ καὶ τὸ
σπίτι μου,
παίρνεις καὶ μπουναμά,
παίρνεις καὶ μπουναμά,
τ’ ἀριστερὸν ἀρχίδι
μου,
κι ὕστερις τὸ κοφτερὸν λεπίδι μου.
κι ὕστερις τὸ κοφτερὸν λεπίδι μου.
Εὔχομαι νὰ πεθάνῃς,
μαζὺ μὲ τοὺς τριακόσιους·
ὦ…ἄς μ’ ἀξιώσουν οἱ θεοί,
νὰ σᾶς κρεμάσω ὅλους.
μαζὺ μὲ τοὺς τριακόσιους·
ὦ…ἄς μ’ ἀξιώσουν οἱ θεοί,
νὰ σᾶς κρεμάσω ὅλους.
ΥΓ: «Ἀφιερωμένον σὲ ἐσένα,
ποὺ φρόντισες πρῶτα νὰ
μείνω ἄνεργος
καὶ ὕστερα πρότεινες
νὰ μοῦ πάρουν τὸ σπίτι…»
Δεσποτάκης
τῆς Δαμητρὸς
Ἕλλην
20-10-2012
Ἕλλην
20-10-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου